Ταξίδι στην άβυσσο
Υπάρχει μια ιστορία. Τη διηγήθηκε κάποτε σαν ανέκδοτο ο διευθυντής του Ιδρύματος Μισό, στο Παρίσι, εκεί όπου ο Βέλγος συγγραφέας, ποιητής και πρωτοποριακός καλλιτέχνης της Οπτικής Τέχνης έζησε τα περισσότερα χρόνια της ζωής του. Ο Ανρί Μισό είχε καλέσει σε δείπνο τον Ζορζ Περέκ, διάσημο συγγραφέα και εξίσου πρωτοποριακό δημιουργό ταινιών. Μόνο που οι δυο τους είχαν κάτι κοινό: ήταν εξίσου πολύ ντροπαλοί, με αποτέλεσμα να μη μιλούν καθόλου μεταξύ τους. Ούτε μία κουβέντα. Το δείπνο ήταν σε γνωστό εστιατόριο σε κοινή θέα, με τον ήσυχο Μισό να καλύπτει το στόμα του κάθε φορά που έτρωγε κάτι. Η εικόνα τους ωστόσο –και οι δυο σιωπηλοί– προκαλούσε άγχος στους υπόλοιπους πελάτες του γνωστού παρισινού εστιατορίου.
Ο Μισό λάτρευε να περνά απαρατήρητος, τόσο, που έφτανε σχεδόν στην ανυπαρξία, στην άβυσσο. Ακόμη και στα φωτογραφικά πορτρέτα, γνωστού Ισπανού καλλιτέχνη, ο συγγραφέας είναι σχεδόν απών. Είτε βρίσκεται στην άκρη του κάδρου, λες και ετοιμάζεται να δραπετεύσει, είτε είναι καλυμμένος με σκιές, αν και υποτίθεται ότι κυριαρχεί στη φωτογραφία. Άλλωστε λάτρευε τις φωτογραφίες.
Ποιος πραγματικά όμως ήταν ο Μισό; Ποιητής, συγγραφέας, ζωγράφος;
Ένας άνθρωπος του παράδοξου και των αντιφάσεων, ο οποίος απέφευγε να μιλά για το παρελθόν του, έγραψε όμως την αυτοβιογραφία του. Ένας καλλιτέχνης ο οποίος τιμήθηκε όσο λίγοι, μόνο που οι φίλοι του τον κατηγορούσαν ότι ήταν απών και συχνά έφταναν στο σημείο να τον αποκαλούν προσβλητικά: «εκτόπλασμα».
Πειραματίστηκε με το χασίς, το LSD και τη μεσκαλίνη για να μπορέσει να γράψει, αλλά δεν έπινε καφέ ή τσάι και δεν κάπνισε ποτέ του ένα απλό τσιγάρο.
Ήταν 57 όταν έκανε το πρώτο του ταξίδι με τα ναρκωτικά και 67 όταν τα παράτησε, μετά τη συμβουλή του γιατρού του, λέγοντας πως μέχρι τότε είχε πειραματιστεί με τα πάντα.
«Η κούραση είναι το ναρκωτικό μου» έγραψε κάποτε, για να δικαιολογήσει τα ατέλειωτα ταξίδια του, σε μια προσπάθεια να γεμίσει το εσωτερικό του κενό, την ερημιά της ψυχής του.
Ο Μισό άγγιζε τους σουρεαλιστές, αλλά δεν είχε και σχέση μαζί τους. Το μεγαλύτερο μέρος της ποιησής του άλλωστε μοιάζει με μικρές ιστορίες. Ο κόσμος του, γεμάτος με επιθετικότητα και εχθρότητα. Γι΄αυτό, όπως ο Σουίφτ, ο Φλομπέρ και ο Λοτρεαμόν, έφτιαξε φανταστικούς κόσμους, τους οποίους κατοικούσαν εξίσου φανταστικά πλάσματα.
Ο άνθρωπος που είχε βάλει παραβάν στην προσωπική του ζωή και που κάποτε έφτασε στο σημείο να θέλει να γίνει ιερέας, αλλά τον απέτρεψε ο πατέρας του, πέθανε το 1984 στο Παρίσι το οποίο λάτρευε, έχοντας πολιτογραφηθεί πλέον Γάλλος. Μέχρι το τέλος της ζωής του θυμόταν εκείνο το δείπνο με τον Περέκ. Μπορεί να μην αντάλλαξαν μία λέξη, ωστόσο ήταν τόσο ισχυρές προσωπικότητες και οι δύο, που ακόμη και η σιωπή τους ήταν δημιουργική. Κάτι σαν δρώμενο.
Δύο χρόνια νωρίτερα είχε πεθάνει ο κατά πολύ νεότερός του Περέκ.
Add Comment