Δημήτρης Τζιόβας
Ο Δημήτρης Τζιόβας γεννήθηκε στα Ιωάννινα το 1957 και είναι καθηγητής Νεοελληνικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο του Birmingham της Αγγλίας. Την περίοδο 2000-2003 διετέλεσε Διευθυντής του Κέντρου Βυζαντινών, Οθωμανικών και Νεοελληνικών Σπουδών του Πενεπιστημίου του. Έχει διδάξει ως επισκέπτης καθηγητής σε πολλά πανεπιστήμια της Ευρώπης και της Αμερικής και διευθύνει τη μεταφραστική σειρά νεοελληνικής λογοτεχνίας που εκδίδεται από το Κέντρο Βυζαντινών, Οθωμανικών και Νεοελληνικών Σπουδών του Πανεπιστημίου του Birmingham. Έχει διατελέσει Γραμματέας της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Νεοελληνικών Σπουδών (1995-1998) και μέλος της συντακτικής επιτροπής των περιοδικών Journal of Modern Greek Studies (1992-2007), Byzantine and Modern Greek Studies (1995-2009), Journal of Greek Media and Culture (Advisory Board 2014 μέχρι σήμερα) και Gramma, που εκδίδεται από το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης (2003 μέχρι σήμερα). To 2011 του απονεμήθηκε το βραβείο του περιοδικού Διαβάζω για το βιβλίο του Ο μύθος της Γενιάς του Τριάντα: Νεοτερικότητα, ελληνικότητα και πολιτισμική ιδεολογία (Πόλις 2011).
Πώς ξεκίνησε η ιδέα της συγγραφής του βιβλίου Η πολιτισμική ποιητική της νεοελληνικής πεζογραφίας;
Θέλησα να συγκεντρώσω σε έναν τόμο κείμενά μου που είχαν δημοσιευτεί είτε στα ελληνικά είτε στα αγγλικά και να τους δώσω ένα νέο σχήμα, αναθεωρώντας και εμπλουτίζοντάς τα με νεότερη βιβλιογραφία. Παρά τη χρονολογική διάταξη των κεφαλαίων το βιβλίο δεν υιοθετεί το παραδοσιακό σχήμα της λογοτεχνικής ιστορίας αλλά αναδεικνύει τις ποικίλες πτυχές (πολιτισμικές, πολιτικές και ειδολογικές) της μυθοπλαστικής γραφής. Δεν υπόσχεται μια ιστορία της ελληνικής πεζογραφίας αλλά εστιάζει σε κάποιες κρίσιμες στιγμές της και επιδιώκει να προσφέρει νέες αναγνώσεις. Να δει αλλιώς συγγραφείς, κείμενα και λογοτεχνικές τάσεις.
Η πολιτισμική ποιητική (cultural poetics) συνδέθηκε με το ρεύμα του νέου ιστορισμού και αντιπροσωπεύει την απομάκρυνση από τη φορμαλιστική και κειμενοκεντρική προσέγγιση της λογοτεχνίας. Επανατοποθετεί το λογοτεχνικό κείμενο στα συμφραζόμενα της εποχής του, θεωρώντας το και παραγωγό και παράγωγο συνάμα των ιστορικών συγκυριών.
Το βιβλίο συνιστά τη διερεύνηση της πολιτισμικής ποιητικής της νεοελληνικής πεζογραφίας από την ανεξαρτησία μέχρι τις μέρες μας;
Το βιβλίο δεν συνιστά μόνο τη διερεύνηση της πολιτισμικής ποιητικής της νεοελληνικής πεζογραφίας από την ανεξαρτησία μέχρι τις μέρες μας αλλά διαγράφει και μια θεωρητική πορεία, συνιστώντας άσκηση κριτικής επανεξέτασης. Η επιστροφή σε παλαιότερα γραπτά ενέχει και το στοιχείο της προσωπικής αναθεώρησης και του αναστοχασμού μιας πορείας. Ως εκ τούτου και ο υπότιτλος του βιβλίου είναι μεταβατικός και όχι στατικός, συνοψίζοντας και τη θεωρητική και την προσωπική εξέλιξη.
Μέσα από το βιβλίο σας προσπαθείτε να κάνετε ένα ταξίδι στην ιστορία της ελληνικής πεζογραφίας. Ποιες είναι οι σημαντικότερες στιγμές της;
Ορισμένα κεφάλαια εστιάζουν σε γενικότερα φαινόμενα ή στις εξελίξεις μιας περιόδου, ενώ άλλα ασχολούνται με μεμονωμένους συγγραφείς ή κείμενα. Συζητούνται οι μεταμορφώσεις της Πάπισσας Ιωάννας και της Ιστορίας ενός αιχμαλώτου και μείζονες συγγραφείς όπως ο Καζαντζάκης, ο Θεοτοκάς, ο Καραγάτσης, ο Βασιλικός, ο Χατζής και άλλοι, ενώ ξεκινώντας από τον ρομαντισμό της μυθιστορίας καταλήγουμε στην πεζογραφία της μεταπολίτευσης και από τον μοντερνισμό περνούμε στο nouveau roman. Το γενικό με το ειδικό εναλλάσσονται και αλληλοσυμπληρώνονται, διερευνώντας μεταβάσεις, πολιτικές αφηγήσεις και πολιτισμικές αλληγορίες.
Οι μελέτες του βιβλίου σας προσφέρουν εναλλακτικές θεωρήσεις πεζογράφων και νέες αναγνώσεις κειμένων της ελληνικής πεζογραφίας. Για ποιο λόγο συμβαίνουν όλα αυτά;
Το βιβλίο προσφέρει εναλλακτικές θεωρήσεις πεζογράφων και νέες αναγνώσεις κειμένων της νεοελληνικής πεζογραφίας από την ανεξαρτησία μέχρι τις μέρες μας με το να θέτει νέα ερωτήματα και να επανατοποθετεί τα λογοτεχνικά κείμενα στα συμφραζόμενα της εποχής τους και της δικής μας. Στέκεται σε κάποιες κρίσιμες στιγμές της ελληνικής πεζογραφικής παραγωγής, επιδιώκοντας να προσεγγίσει με άξονα την ανάγνωση, είτε ως ερμηνεία είτε ως ηθική πρό(σ)κληση, συγγραφείς, κείμενα και λογοτεχνικές τάσεις μέσα σε ένα ευρύτερο πλαίσιο που ορίζεται ως πολιτισμική ποιητική. Η πολιτισμική ποιητική (cultural poetics) συνδέθηκε με το ρεύμα του νέου ιστορισμού και αντιπροσωπεύει την απομάκρυνση από τη φορμαλιστική και κειμενοκεντρική προσέγγιση της λογοτεχνίας. Επανατοποθετεί το λογοτεχνικό κείμενο στα συμφραζόμενα της εποχής του, θεωρώντας το και παραγωγό και παράγωγο συνάμα των ιστορικών συγκυριών. Δεν προέχουν δηλαδή οι γραμμικές, τελεολογικές και αιτιακές σχέσεις αλλά οι αλληλοσυνδέσεις και αλληλεξαρτήσεις κειμένων, γεγονότων και λόγων (discourses). Χωρίς να συνιστά μια συγκεκριμένη μεθοδολογία, συναιρεί πολλές παραμέτρους και προσπαθεί να τις αναδείξει στη μελέτη των κειμένων αλλά και στη διαδικασία της ανάγνωσης.
Τις τελευταίες δεκαετίες, γράφετε, συντελέστηκαν πρωτόγνωρες εξελίξεις. Μπορείτε να αναφέρετε μερικές από αυτές;
Από τη δεκαετία του 1980 αρχίζει να συντελείται μια σημαντική στροφή στην ελληνική λογοτεχνία, καθώς η εκδοτική «έκρηξη» της πεζογραφίας οδήγησε σταδιακά στην υποχώρηση της ποίησης, που μέχρι τότε κατείχε αδιαμφισβήτητα τα σκήπτρα και κυριαρχούσε στις αναγνωστικές προτιμήσεις. Σοβαρές όμως ανακατατάξεις είχαμε και με την επανεκτίμηση νεότερων πεζογράφων που είχαν μείνει στην αφάνεια όπως ο Γιάννης Σκαρίμπας, η Μέλπω Αξιώτη και ο Νίκος Γαβριήλ Πεντζίκης. Δεν άρχισαν απλώς να επανεκδίδονται, έθεσαν και το ζήτημα για το ποιοι πεζογράφοι αντιπροσωπεύουν τον μοντερνισμό.
Aν η ποίηση ήταν για τους λίγους και τους λογίους και η πεζογραφία για τους πολλούς στα μέσα του 19ου αιώνα, μήπως κάτι ανάλογο συμβαίνει και τα τελευταία χρόνια; Άραγε στις αντιθέσεις οθνείου και εθνικού, κοσμοπολίτικου και εγχώριου, οι οποίες καθόριζαν το λογοτεχνικό γίγνεσθαι τον προπερασμένο αιώνα, η εποχή μας αναγνωρίζει σημερινές καίριες αντιθέσεις ή αντιπαραθέσεις;
Ποιοι λόγοι συνέβαλαν στη στροφή στην ελληνική πεζογραφία;
Όπως σημειώνω σε ένα άλλο μου βιβλίο, το Κουλτούρα και λογοτεχνία (εκδόσεις Πόλις 2014), η πεζογραφία απέκτησε τις τελευταίες δεκαετίες στην Eλλάδα ένα πολυσχιδές και διαφορετικών ταχυτήτων κοινό σε σύγκριση με αυτό της ποίησης, που παρέμεινε μικρότερο μεν αλλά ποιοτικά ομοιογενές. Aνέκαθεν όμως η πεζογραφία είχε μια ιδιαίτερη σχέση με το κοινό. Ήθελε να το πείσει για την αλήθεια της με «πειστικούς» ή «ζωντανούς» χαρακτήρες, ενώ από παλιά έβαζε τον αναγνώστη μέσα στο κείμενο ή τον προϋπέθετε εμφανώς ως δέκτη με αποστροφές και άλλα τεχνάσματα. H πεζογραφία γενικά βασίζεται στη διάδραση συγγραφέα-αναγνώστη περισσότερο από την ποίηση, που προϋποθέτει την προσωπική μονολογική έκφραση. Kάποιοι, μιλώντας με εκκλησιαστικούς όρους, παρομοίασαν την ποίηση (ιδιαίτερα τη λυρική) με προσευχή και εξομολόγηση και την πεζογραφία με κήρυγμα που αποβλέπει στην πειθώ.
Mόνο σε εποχές δοκιμασίας ή στιγμές συλλογικής κρίσης η ποίηση μπόρεσε να λειτουργήσει συσπειρωτικά και να επιτελέσει δημόσιο ρόλο. Aυτό όμως ίσχυε περισσότερο στο παρελθόν παρά σήμερα, και έτσι εξηγείται γιατί είχαμε εθνικούς ποιητές αλλά όχι εθνικούς πεζογράφους. Έχουμε εξάλλου περάσει από τη διαδικασία ταύτισης υψηλού, συλλογικού και εθνικοφρονηματικού τύπου, η οποία εξασφάλιζε την ενότητα του κοινού μέσα από τη μελοποίηση της ποίησης, τις μαρτυρικές καταθέσεις δοκιμασιών και προσφυγιάς, σε μια ταύτιση καθημερινού, προσωπικού και θεραπευτικού χαρακτήρα. Aν η ποίηση στο παρελθόν προσφερόταν περισσότερο για συλλογική ταύτιση, τώρα η πεζογραφία εκκολάπτει πρόσωπα και καταστάσεις για ατομική ταύτιση.
Τα τελευταία χρόνια έχει ανακινηθεί και ένα ενδιαφέρον ανάγνωσης για την πεζογραφία του δέκατου ένατου αιώνα. Για ποιο λόγο;
Όπως είχα γράψει το 2005 σε ένα κείμενό μου για την πεζογραφία του δέκατου ένατου αιώνα στην εφημερίδα Το Βήμα, οι λογοτεχνικές εξελίξεις στον δέκατο ένατο αιώνα όντως μοιάζουν με τις σημερινές. Θέματα όπως η σχέση ποίησης και πεζογραφίας, ποια από τις δύο έχει το προβάδισμα ως πιο σοβαρή πνευματική δραστηριότητα και ποια διολισθαίνει προς την παραλογοτεχνία και την προσέλκυση μαζικότερου κοινού προέκυψαν κατά κάποιο τρόπο και στις μέρες μας, καθώς η πεζογραφία εκτοπίζει την ποίηση και κερδίζει τους αναγνώστες της από ένα διευρυμένο πεδίο. Aν η ποίηση ήταν για τους λίγους και τους λογίους και η πεζογραφία για τους πολλούς στα μέσα του 19ου αιώνα, μήπως κάτι ανάλογο συμβαίνει και τα τελευταία χρόνια; Άραγε στις αντιθέσεις οθνείου και εθνικού, κοσμοπολίτικου και εγχώριου, οι οποίες καθόριζαν το λογοτεχνικό γίγνεσθαι τον προπερασμένο αιώνα, η εποχή μας αναγνωρίζει σημερινές καίριες αντιθέσεις ή αντιπαραθέσεις; Τα αφηγηματικά κείμενα του δέκατου ένατου αιώνα που ήρθαν στο προσκήνιο τα τελευταία χρόνια μπορεί όλα τους να μην είναι αξιόλογα ή να μη διαβάζονται απνευστί, καλλιεργούν όμως την αίσθηση μιας πεζογραφικής παράδοσης που συνομιλεί με την Ευρώπη και την Ανατολή, εισάγει νέα ρεύματα και λογοτεχνικά είδη. Εν ολίγοις, πρόκειται για μια παράδοση που δεν είναι εθνικά εσωστρεφής ή περίκλειστη αλλά ανοιχτή, μια εικόνα που προσπαθεί να φιλοτεχνήσει και για τον εαυτό της η πεζογραφία σήμερα.
Παράλληλα έχουμε και μελέτες που γράφονται από ξένους για την ελληνική πεζογραφία. Από πού προέρχεται αυτό το ενδιαφέρον;
Ενδεχομένως το ενδιαφέρον των ξένων μελετητών συμβαδίζει με τη γενικότερη στροφή προς την πεζογραφία. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχει ενδιαφέρον για την ποίηση, αν κρίνουμε από τις μεταφράσεις και τις ανθολογίες ποιημάτων που κυκλοφορούν.
Στην πραγματικότητα, μεταφράζονται ελληνικά μυθιστορήματα σε άλλες γλώσσες;
Μεταφράζονται, αλλά στα αγγλικά είναι δύσκολο να βρεθούν εκδότες.
Θα μπορούσαμε στο μέλλον να έχουμε Έλληνες συγγραφείς που να έχουν μεγάλη εμβέλεια και τα βιβλία τους να μεταφράζονται και να γίνονται παγκόσμιες επιτυχίες;
Αυτό δεν είμαι σε θέση να το προβλέψω.
Εσείς στο Πανεπιστήμιο του Μπέρμιγχαμ, όπου εργάζεστε ως καθηγητής ποια ελληνικά μυθιστορήματα προτείνετε για να μεταφραστούν;
Πρόσφατα η αγγλική μετάφραση από τον Leo Marshall του μυθιστορήματος του Γιάννη Σκαρίμπα Μαριάμπας απέσπασε το ελληνικό κρατικό βραβείο μετάφρασης. Η μετάφραση, η πρώτη σε ξένη γλώσσα του μυθιστορήματος, κυκλοφόρησε στη μεταφραστική σειρά που επιμελούμαι (Birmingham Modern Greek Translations), αλλά η πρωτοβουλία για τη μετάφραση ήταν του ίδιου του μεταφραστή, που επιδιώκει να μεταφράζει δύσκολα και υφολογικά ιδιότροπα κείμενα.
Ποια είναι η εξέλιξη των ελληνικών σπουδών στα ξένα πανεπιστήμια; Υπάρχει ενδιαφέρον από τους υποψήφιους φοιτητές;
Η εισαγωγή και η σταδιακή αύξηση των διδάκτρων στα βρετανικά πανεπιστήμια θα έχει δυστυχώς αρνητικό αντίκτυπο για τις ελληνικές σπουδές αλλά και για τα άλλα μικρά αντικείμενα σπουδών. Ενδεχομένως και το Brexit θα έχει μια ανάλογη επίπτωση.
Ποια είναι η συνέχεια, μετά την αποφοίτηση, των φοιτητών που σπουδάζουν ελληνικά στο Πανεπιστήμιο του Μπέρμιγχαμ;
Το καλό με τις ανθρωπιστικές σπουδές στην Αγγλία είναι ότι το πτυχίο δεν συνδέεται απαραίτητα με την απασχόληση, και έτσι οι φοιτητές που έχουν σπουδάσει κλασικές ή ελληνικές σπουδές μπορούν να βρουν διάφορες δουλειές και δεν αναγκάζονται να απασχοληθούν αποκλειστικά σε σχολεία.
Από τη μακρινή Αγγλία τι θα προτείνατε στους αναγνώστες που θα διαβάσουν την συνέντευξή σας;
Να στέκονται πάντα κριτικά απέναντι σε αυτά που διαβάζουν.
Η πολιτισμική ποιητική της ελληνικής πεζογραφίας
Από την ερμηνεία στην ηθική
Δημήτρης Τζιόβας
Μετάφραση: Αθανάσιος Κατσικερός
Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης
608 σελ.
ISBN 978-960-524-484-2
Τιμή: €20,00
Add Comment